Περισσότεροι από τους μισούς εργαζόμενους έχουν βιώσει σεξουαλική παρενόχληση κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής τους ζωής, ωστόσο σχεδόν το 40% αυτών δεν γνωρίζει τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθήσει το θύμα για να προστατευτεί, σύμφωνα με στοιχεία της έρευνας του Κέντρου Κοινωνικής Δράσης και Καινοτομίας- ΚΜΟΠ. Η έρευνα, που πραγματοποιήθηκε την περίοδο Ιουνίου- Σεπτεμβρίου 2020, περιλάμβανε συνεντεύξεις με εκπροσώπους συνδικαλιστικών οργανώσεων, ενώσεων εργοδοτών, ΜΚΟ και του Συνηγόρου του Πολίτη, καθώς και διαδικτυακή έρευνα σε εργαζόμενους και εργοδότες, με στόχο την παρουσίαση μιας όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένης εικόνας γύρω από το φαινόμενο της σεξουαλικής παρενόχλησης στους χώρους εργασίας στην Ελλάδα.
Συμμετείχαν 126 εργαζόμενοι, 27 εργοδότες και επτά εκπρόσωποι φορέων. Το 84,13% των εργαζόμενων ήταν γυναίκες, το 68% δουλεύει στον ιδιωτικό τομέα και το 75% διαμένει στην Αθήνα. Από την πλευρά των εργοδοτών συμμετείχαν ανώτερα διευθυντικά στελέχη και υπεύθυνοι ανθρώπινου δυναμικού, από τους οποίους το 70,37% ήταν γυναίκες και το 81,48% εργάζεται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Η πλειοψηφία των εργαζόμενων που συμμετείχαν στην έρευνα του ΚΜΟΠ ανέφερε ότι οι μορφές σεξουαλικής παρενόχλησης που ασκούνται συχνότερα στο χώρο εργασίας τους αφορούν σεξουαλικές προτάσεις ή αστεία που τους κάνουν να αισθάνονται προσβεβλημένοι (70,63%), ανεπιθύμητα σεξουαλικά υπονοούμενα (65,08%), συζητήσεις σχετικά με τη σεξουαλική ζωή ενός συναδέλφου (59,52%) και σεξουαλικά σχόλια για την εμφάνιση ενός ατόμου (59,52%). Το 2,38% του δείγματος ανέφερε ότι ο εξαναγκασμός στην πορνεία ή τη σεξουαλική εκμετάλλευση είναι διαδεδομένα φαινόμενα, ενώ το 1,59% παραδέχθηκε ότι εκδηλώνονται συχνά στο χώρο εργασίας τους σεξουαλικές επιθέσεις (βιασμοί). Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι σχεδόν οι μισοί από τους εργαζόμενους που απάντησαν στο ερωτηματολόγιο ανέφεραν ότι συχνά ή σε καθημερινή βάση εκδηλώνεται ψυχολογική βία στο χώρο όπου εργάζονται. Περισσότεροι από τους μισούς εργαζόμενους (52,38%) παραδέχθηκαν ότι έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής τους ζωής. Επίσης, το 42,86% των ερωτηθέντων εργαζόμενων δήλωσε ότι έχει υπάρξει μάρτυρας κάποιας μορφής σεξουαλικής παρενόχλησης κατά συναδέλφων στο χώρο εργασίας. Η συντριπτική πλειοψηφία του δείγματος (91,27%) διαπίστωσε ότι οι γυναίκες είναι περισσότερο εκτεθειμένες στη σεξουαλική παρενόχληση. Την ίδια ώρα, το 39,68% του συνολικού δείγματος των εργαζόμενων ανέφερε ότι δεν γνωρίζει τις διαδικασίες στις οποίες πρέπει να προβεί ένα θύμα για να αναζητήσει προστασία στην εταιρεία που εργάζεται, ενώ το 42,06% υπογράμμισε ότι η εταιρεία όπου εργάζεται δεν διαθέτει κανένα έγγραφο που να περιλαμβάνει ρήτρες που απαγορεύουν τη σεξουαλική παρενόχληση. Εξάλλου, οι ανώνυμες καταγγελίες δεν αποτελούν ενεργό πρακτική για το 73,02% των οργανισμών, σύμφωνα με τους ερωτηθέντες. Από την πλευρά τους, οι εργοδότες που συμμετείχαν στην έρευνα αναγνωρίζουν στη συντριπτική πλειοψηφία τους (77,78%) ότι το πρόβλημα της σεξουαλικής παρενόχλησης είναι πολύ σοβαρό, αν και το 33,33% δηλώνει ότι δεν έχουν εκδηλωθεί ποτέ περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης στην εταιρεία τους και το 29,83% ότι δεν παρατηρούνται συχνά τέτοια περιστατικά. Οι εργοδότες επισήμαναν ότι σε περίπτωση σεξουαλικής παρενόχλησης ειδοποιείται ο προϊστάμενος (44,44%), υποβάλλονται οι καταγγελίες στο τμήμα Ανθρώπινου Δυναμικού (29,63%), ακολουθείται η γενική διαδικασία για την καταγγελία παραβιάσεων των εσωτερικών εργασιακών δικαιωμάτων και πειθαρχίας (22,22%) ή ακολουθείται ένα ανώνυμο σύστημα καταγγελίας (11,11%). Ορισμένες εταιρείες διαθέτουν ειδικό πρωτόκολλο για την πρόληψη και την καταπολέμηση της σεξουαλικής παρενόχλησης (11,11%). Εντούτοις, το 29,63% των εργοδοτών ανέφερε ότι δεν υπάρχουν ειδικές διαδικασίες υποβολής καταγγελιών στην εταιρεία τους, ενώ το 11,11% δεν γνώριζε αν υπάρχουν. Σύμφωνα δε με εκπρόσωπο του Συνηγόρου του Πολίτη , η ανεξάρτητη αρχή δέχεται περίπου 2.000 καταγγελίες κάθε χρόνο για διακρίσεις λόγω φύλου, ωστόσο μόνο το 1-2% των υποθέσεων αφορούν στη σεξουαλική παρενόχληση. Τα περισσότερα από τα θύματα αποφεύγουν να καταγγείλουν το περιστατικό, επειδή φοβούνται το κοινωνικό στίγμα, την απώλεια της θέσης εργασίας τους ή πιθανές πράξεις αντεκδίκησης από τον δράστη. Η νομοθεσία θεωρείται από τους φορείς σε γενικές γραμμές επαρκής. Ωστόσο, στην πράξη, ο νόμος δεν εφαρμόζεται κατά τρόπο που να βοηθά ουσιαστικά το θύμα. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν το νόμιμο δικαίωμα να εκπροσωπήσουν νομικά τα μέλη τους ενώπιον των αρχών και του δικαστηρίου, παρόλο που, όπως αναφέρθηκε στις συνεντεύξεις, τα θύματα διστάζουν να ακολουθήσουν τις διαδικασίες λόγω του κόστους της διαδικασίας, του μεγάλου χρόνου που απαιτείται, της ανεπαρκούς αποζημίωσης που μπορεί να λάβουν και του φόβου για αντίποινα από τον δράστη. Όλοι οι εκπρόσωποι φορέων τόνισαν την ανάγκη για συλλογική προσέγγιση του ζητήματος της σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας εκ μέρους του κράτους, των συνδικαλιστικών οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών και των ΜΚΟ.
0 Comments
Leave a Reply. |
Archives
September 2023
Categories |