Στα 90 της χρόνια, η Γιαγιόι Κουσάμα είναι στη λίστα με τις πιο επιδραστικές προσωπικότητες στον κόσμο της τέχνης και η πιο ακριβή εν ζωή γυναίκα καλλιτέχνης. Και τώρα, η Ταϊλανδο-ιταλίδα συγγραφέας και εικονογράφος, Ελίσα Μασελάρι ανέλαβε να δημιουργήσει ένα κόμικ με τη ζωή της, από τα παιδικά της χρόνια στο Κιότο μέχρι σήμερα. Παρουσιάζεται η μυθιστορηματική ζωή της Κουσάμα από τα πρώτα χρόνια της εμφάνισής της στη σκηνή της Νέας Υόρκης αλλά και τα παιδικά της χρόνια, τα γεμάτα φόβο από τις τιμωρίες της μητέρας της και τις απιστίες του πατέρα της. Η γιαπωνέζα εικαστικός, αναγνωρίσιμη χάρη στην εκτυφλωτική κόκκινη περούκα της, είναι γνωστή ως η «βασίλισσα των πουά» καθώς ο κόσμος της καλύπτεται από κουκκίδες και επαναλαμβανόμενα σχήματα, σαν ένας απέραντος ουρανός γεμάτος αστέρια. Αψηφώντας την κακή της υγεία και κάθε περιορισμό της ηλικίας, πηγαίνει κάθε πρωί στο στούντιό της, το οποίο απέχει μόνο λίγα μέτρα από την ψυχιατρική κλινική στην οποία ζει οικειοθελώς, από το 1977, στο Κιότο. Γεννήθηκε το 1929 στην πόλη Ματσουμότο της Ιαπωνίας. Από μικρή αγαπούσε τη ζωγραφική αλλά η οικογένειά της την εμπόδιζε, μάλιστα η μητέρα της, της άρπαζε τα έργα από τα χέρια. Μία από τις πρώτες της αναμνήσεις είναι να κάνει σχέδια με πουά στο χαρτί με τα δάχτυλά της. Το οικογενειακό περιβάλλον ήταν βίαιο και τραυματικό. Ο πατέρας της είχε ερωμένες, η μητέρα της ήταν διαρκώς θυμωμένη και την έβαζε να παρακολουθεί τον πατέρα της, εμπειρία τόσο τραυματική ώστε σε όλη της τη ζωή ένιωθε αποστροφή για το σεξ. Η Κουσάμα στα 19 της δούλεψε σε ένα εργοστάσιο που κατασκεύαζε αλεξίπτωτα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και στη συνέχεια σπούδασε στο Κιότο το παραδοσιακό ιαπωνικό στυλ της ζωγραφικής, γνωστό ως “Nihonga”. Το ενδιαφέρον της στρέφεται στην αμερικανική και ευρωπαϊκή πρωτοπορία και όταν πέφτει τυχαία στα χέρια της ένα βιβλίο με έργα της Georgia O’Keeffe, γοητεύεται και της γράφει μια επιστολή. Χρόνια αργότερα, η Κουσάμα είπε στον Guardian ότι θυμάται πως η διάσημη ζωγράφος της απάντησε με μεγάλη καλοσύνη και γενναιοδωρία. Η Κουσάμα βρήκε το θάρρος να φύγει για τη Νέα Υόρκη. Η μητέρα της, της είπε να μην πατήσει ποτέ το πόδι της πίσω, στο σπίτι τους.
Στη Νέα Υόρκη όμως ο κόσμος της τέχνης ήταν τόσο ανδροκρατούμενος ώστε ακόμη και γυναίκες έμποροι δεν ήθελαν να εκθέτουν έργα γυναικών. Παρόλο που η Κουσάμα κέρδισε τον θαυμασμό διάσημων καλλιτεχνών όπως ο Ντόναλντ Τζαντ και ο Φρανκ Στέλα, δεν γνώρισε επιτυχία. Το χειρότερο απ’ όλα όμως ήταν ότι αναγκάστηκε να βλέπει άντρες συναδέλφους της να γίνονται διάσημοι αντιγράφοντας τις ιδέες της. Προσπάθησε να αυτοκτονήσει το 1965, πέφτοντας από το παράθυρο του διαμερίσματός της. Σώθηκε και με την βοήθεια των φίλων της κατάφερε να σταθεί και πάλι στα πόδια της. Ένα χρόνο αργότερα στην 33η Μπιενάλε της Βενετίας, το 1966, παρουσίασε για πρώτη φορά την θρυλική εγκατάσταση «Narcissus Garden» καλύπτοντας έναν χώρο με 1500 σφαίρες από καθρέφτη. Όταν η Κουσάμα επέστρεψε στη γενέτειρά της, την Ιαπωνία, το 1973 συνάντησε μία σκηνή πολύ πιο συντηρητική από αυτήν της Νέας Υόρκης. Τέσσερα χρόνια αργότερα εισήχθη σε ψυχιατρείο κι από εκεί συνέχισε το καλλιτεχνικό της έργο σε μια ποικιλία μέσων, καθώς ξεκίνησε και τη λογοτεχνική της σταδιοδρομία, δημοσιεύοντας πολλά μυθιστορήματα, μία ποιητική συλλογή και μια αυτοβιογραφία. Οι τιμές των έργων της φτάνουν πλέον σε δυσθεώρητα ύψη: Το 2014 το White No. 28 (1960) πουλήθηκε 7.109.000 δολάρια σε δημοπρασία των Christie’s της Νέας Υόρκης και ένα χρόνο αργότερα το NO. RED B (1960) έναντι 7.034.566 δολαρίων από τους Sotheby’s στο Χονγκ Κονγκ.
0 Comments
Leave a Reply. |
Archives
January 2023
Categories
All
|