Τα νέα είναι καλά για τους εσωστρεφείς και για όσους κινούνται ποιο άνετα σε μικρούς κοινωνικούς κύκλους καθώς το να έχουμε μόνο τρεις φίλους αρκεί για να εκπληρώσουμε την ανάγκη μας για ανθρώπινη σύνδεση. Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη από την Peanut, την εφαρμογή κοινωνικής δικτύωσης για μαμάδες και μέλλουσες μαμάδες σε περίπου 5.000 γυναίκες, το 52% των γυναικών παραδέχτηκε ότι είχαν μόνο τρεις «στενούς φίλους», με τον ίδιο περίπου αριθμό να αναφέρει ότι πίστευε ότι ήταν «η τέλεια ποσότητα».
Οι περισσότεροι από εμάς εξαιτίας της πανδημίας, είδαμε το ρυθμό των φιλιών μας να επιβραδύνεται, άρα είναι πιο πιθανό να απορρίψουμε κοινωνικές προσκλήσεις για να μείνουμε σπίτι (τώρα που ξέρουμε ότι ο κόσμος δεν θα τελειώσει), οπότε και παρατηρείται η τάση της εξάλιψης περιφερειακών σχέσεων. Ως αποτέλεσμα, επενδύουμε περισσότερο στους στενούς μας κύκλους και καταβάλλουμε περισσότερη προσπάθεια για εκείνες τις φιλίες που πραγματικά μας εμπλουτίζουν και μας στηρίζουν. Η ίδια έρευνα διαπίστωσε ότι πάνω από τα τρία τέταρτα των γυναικών έχουν λιγότερους «στενούς φίλους» από ό,τι πριν από ένα χρόνο, αν και – με τις επαγγελματικές υποχρεώσεις και την απόσταση να αναφέρονται ως ο κύριος λόγος –όλοι σχεδόν συμφώνησαν ότι ήθελαν να περνούν περισσότερο χρόνο με τους φίλους τους. Με την έρευνα αυτή συμφωνεί και κοινωνικός ερευνητής και καθηγητής εξελικτικής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Ρόμπιν Ντάνμπαρ, ο οποίος σε δική του μελέτη διαπίστωσε ότι πέντε είναι περίπου ο μέγιστος αριθμός ατόμων - συμπεριλαμβανομένης της οικογένειας - που μπορούν να κρατήσουν οι άνθρωποι στους εσωτερικούς τους κύκλους.
0 Comments
Είστε θυμωμένες, απογοητευμένες, καταπιεσμένες: Φωνάξτε ελεύθερα, προτρέπουν ομάδες κραυγών σε όλον τον κόσμο, με γυναίκες να συγκεντρώνονται σε πάρκα για να φωνάξουν προκειμένου να απαλλαγούν από την απογοήτευσή τους. Photograph: Jessica Hromas/The Guardian Εξαντλημένη και συντετριμμένη, η Γκρέτσεν Μίλερ ένιωσε την απογοήτευση των τελευταίων τριών χρόνων να αναδύεται μέσα της. Και σε μία στιγμή, χωρίς να το σκεφτεί πολύ, η 54χρονη από το Σίδνεϊ δημοσίευσε ένα μήνυμα στην τοπική της κοινότητα στο Facebook, ρωτώντας: «Αισθάνεται κανείς άλλος σαν να θέλει να ουρλιάξει;» Οι απαντήσεις ήρθαν σα χείμαρρος . «Θέλω να ουρλιάξω λόγω της κλιματικής αλλαγής και της οικονομικής ανισότητας», έγραψε μια γυναίκα. «Λόγω κτηματομεσιτών και ιδιοκτητών», απάντησε μία άλλη. «Ο αρραβωνιαστικός μου αποφάσισε ότι δεν με αγαπούσε πια», έγραφε μια απάντηση. Η Μίλερ είπε ότι έλαβε περισσότερα από 100 μηνύματα την πρώτη ώρα. Κι έτσι δημιουργήθηκαν οι Shout Sisters κι ένα μήνα αργότερα συναντήθηκαν για πρώτη φορά σε πάρκο της πόλης και άφησαν την οργή τους να ξεχυθεί στο νυκτερινό ουρανό του Σίδνεϊ. Τους τελευταίους μήνες, «ομάδες κραυγών» μόνο για γυναίκες όπως αυτή της Μίλερ έχουν εμφανιστεί σε όλο τον κόσμο. Η απογοήτευση, η πανδημική εξάντληση και οι πιέσεις της ζωής είναι συνηθισμένοι λόγοι που οι γυναίκες λένε ότι συμμετέχουν. Οι περισσότερες έλκονται από την ιδέα να εκτονώσουν το θυμό τους χωρίς αναστολή. Είναι μια ελευθερία που οι συμμετέχοντες λένε ότι είναι δύσκολο να βρεθεί σε έναν κόσμο που μπορεί να νιώθει άβολα με την οργή των γυναικών. «Οι γυναίκες θέλουν να ουρλιάξουν», εξηγεί ηΜίλερ . «Υπάρχουν πολλοί χώροι για να φωνάξουν οι άνδρες αλλά όχι για τις γυναίκες κι όταν το κάνουμε συναντάμε αποδοκιμασία». Photograph: Jessica Hromas/The Guardian Μία από τις πρώτες ομάδες...ουρλιαχτού ήταν στις ΗΠΑ, στη Βοστώνη, κατά τη διάρκεια των περιορισμών για την πανδημία του Covid το 2021. Η Σάρα Χάρνον, θεραπεύτρια, δασκάλα γιόγκα και μητέρα δύο παιδιών και μια ομάδα από 20 γυναίκες πήγαν στο τοπικό τους γήπεδο ποδοσφαίρου κι φώναξαν στον καθαρό βραδινό αέρα. «Ένιωσα καλά που μπορούσα να είμαι εκτός ελέγχου», είπε μία συμμετέχουσα. Παρόμοιες ομάδες υπάρχουν και στην Ασία. Η 27χρονη Ντιπίκα, έχει κινητοποιήσει μια μικρή αλλά δυναμική ομάδα γυναικών σε όλο το Νέο Δελχί που θέλουν να αισθάνονται ασφαλείς σε μια πόλη που παλεύει με μάστιγα βίας κατά των γυναικών και των κοριτσιών. «Υπάρχει ένα θέμα στην Ινδία να κρατάμε τις γυναίκες σιωπηλές», εξηγεί. «Αυτός είναι ο μικρός τρόπος μου να πω «όχι, είμαστε εδώ, έχουμε κάτι να πούμε και θα το ακούσετε». Η Ντιπίκα λέει ότι η ομάδα βοηθά στην αμφισβήτηση της ιδέας ότι ο θυμός των γυναικών πρέπει να παραμένει κρυφός. «Γιατί ο θυμός θεωρείται τόσο επικίνδυνο συναίσθημα στις γυναίκες;» αναρωτιέται.. «Έχουμε πράγματα για τα οποία πρέπει να θυμώνουμε, αλλά αν το εκφράσουμε θεωρούμαστε τρελές. ή υστερικές ή εκτός ελέγχου». Η ομάδα κραυγών της έχει σχεδόν 150 μέλη και πολλά συγκεντρώνονται σε τοποθεσίες σε όλη την πρωτεύουσα της Ινδίας. «Είναι θεραπευτικό. Είναι ένα είδος συλλογικής αυτοφροντίδας», λέει η Ντιπίκα. Η δρ. Μίριαμ Γέιτς, ψυχολόγος και ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ, λέει ότι ο θυμός και η οργή μπορεί να θεωρηθούν ανεπιθύμητα ή ακόμα και αφύσικα για τις γυναίκες. «Περιμένουμε ότι οι γυναίκες είναι ευγενικές, στοργικές, ζεστές και συνεργάσιμες. Ο θυμός ή, μάλιστα, η οργή, δεν συνάδει με αυτές τις προσδοκίες», εξηγεί. «Οι γυναίκες έχουν βιώσει επιπλέον στρες με εργασιακές, οικογενειακές και κοινωνικές απαιτήσεις τα τελευταία χρόνια», προσθέτει η δρ. Γέιτς «και οι ομάδες που ουρλιάζουν», Συνεχίζει, «μπορεί να παρέχουν «την ευκαιρία να εκφράσουμε αυτή την οργή σε ένα υποστηριζόμενο περιβάλλον» χωρίς αρνητικές συνέπειες». Άραγε έχουμε νιώσει ποτέ την ανάγκη να φύγουμε από μία πραγματικότητα που τη νιώθουμε, ανιαρή, πιεστική, επώδυνη έως και αδιέξοδη; Σίγουρα η επαφή με την πραγματικότητα είναι μία καθαρά υποκειμενική υπόθεση. Στον χώρο της ψυχιατρικής υπάρχουν πολλά παραδείγματα φυγής, όπως η χρήση ναρκωτικών ουσιών, οι ψυχοπαθολογικές εκδηλώσεις ψυχωτικού τύπου, οι αυτοκτονικές και περί αυτοκτονικές συμπεριφορές. Σ΄ αυτό το άρθρο, θα ήθελα να εστιάσω στη φυγή των ανθρώπων της καθημερινότητας. Οι συνδρομές στο Netflix, Ertflix κ.α. τον τελευταίο καιρό έχουν αυξηθεί κατακόρυφα. Σίγουρα συνέβαλε σ’ αυτό η κατάσταση που διαμορφώθηκε με τον covid-19 η οποία επέτεινε την κοινωνική απομόνωση. Η υπεκφυγή σ’ αυτές τις πλατφόρμες μας βοηθά να βυθιστούμε σε μία παράλληλη πραγματικότητα, ξεχνώντας προσωρινά ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Είναι μια φυγή ευχάριστη με πολύ εύκολη πρόσβαση. Βέβαια υπάρχουν και τα βιβλία που λειτουργούν ανάλογα, αλλά η δύναμη της προσκόλλησης στην οθόνη είναι πιο ισχυρή, καθ’ ότι εύκολα ταυτιζόμαστε με τους πρωταγωνιστές. Ακόμη, το να βλέπει ο κόσμος θεάματα με βία, τα οποία εντυπωσιάζουν δίχως τον κίνδυνο τραυματισμού, βοηθά τον μέσο θεατή να μην σκέπτεται τον covid-19 και τις ανάλογες καθημερινές ανακοινώσεις θανάτων. Εξ άλλου, τα δυνατά συναισθήματα αποτελούν μέρος της υπεκφυγής και ο φόβος είναι ένα απ’ αυτά. Βλέποντας ταινίες στις οποίες ταυτιζόμαστε με τον πρωταγωνιστή, ο εγκέφαλός μας αντιδρά σα να βιώνουμε εμείς οι ίδιοι αυτήν την εμπειρία. Είναι μία εμπειρία στην οποία συμβάλλουν οι νευρώνες καθρέπτης. Ο ίδιος ο Freud θεωρούσε έναν βαθμό φυγής ως αναγκαίο συστατικό της ευημερίας μας. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να ικανοποιούνται από τις ελάχιστες ευχάριστες εμπειρίες που βιώνουν στην πραγματικότητά τους, αλλά έχουν και την ανάγκη να κατασκευάζουν και συμπληρωματικές. Το να παρατηρούμε μια τηλεοπτική σειρά δεν θεωρείται μια παθητική διαδικασία όπως είπε ο καθηγητής Asch Woodside του Boston College το 2010, αλλά είναι ένα είδος ενεργούς διαδικασίας στην προσπάθειά μας να βιώσουμε ευχάριστες εμπειρίες μέσα από μια ιστορία που μάς επιτρέπει να αποστασιοποιηθούμε από μία πραγματικότητα με το να απορροφηθούμε σ’ έναν άλλον κόσμο. Το να είναι κανείς απορροφημένος από τη διήγηση ιστοριών, επιβεβαιώνει το πόσο δυνατή είναι η ανάγκη φυγής του. Με αυτόν τον τρόπο αδυνατεί να βρει λύσεις πιο λειτουργικές, γεγονός που τον οδηγεί στο να παραμελεί άλλες δραστηριότητές του, να κοιμάται λιγότερο και να αποφεύγει τις όποιες διαπροσωπικές επαφές. Αυτό βέβαια οδηγεί σε ένα είδος εξάρτησης. Ο Καναδός ψυχολόγος Delroy Paulhus επινόησε τον όρο «λειτουργική ευελιξία» εννοώντας την τέχνη του να προσαρμοζόμαστε σε διαφορετικές καταστάσεις ανεξάρτητα από τον τρόπο του είναι μας. Για παράδειγμα ο εσωστρεφής θα αναγκαστεί να εξωτερικεύσει κάτι από τον εαυτό του σε κοινωνικές καταστάσεις που δεν μπορούσε με τίποτα να αποφύγει. Από την παιδική ηλικία δεχόμαστε επιρροή από τις προσδοκίες των ενηλίκων. Μπορεί στην αρχή να δείχνουμε ότι αδιαφορούμε, αλλά σταδιακά τις ενσωματώνουμε στο δικό μας αξιακό σύστημα. Έτσι τα άτομα μετατρέπουν συνεχώς τις απαιτήσεις που έρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον σε προσωπικές επιθυμίες. Βέβαια θα πούμε ότι ο καθένας μας είναι ελεύθερος να αποφασίζει για τις όποιες επιλογές του. Το βασικό ερώτημα που τίθεται είναι εάν έχει και την ανάλογη επίγνωση όταν αποφασίζει. Η φυγή τελικά είναι μία ελεύθερη δράση και όχι μόνο επιλογή ανάγκης. Όταν η ανάγκη δεν είναι παρορμητική και συνδυάζεται με την επίγνωση, τη δημιουργικότητα και την ευθύνη τότε μπορούμε να πούμε ότι είναι ελεύθερη επιλογή. Ο κίνδυνος που υπάρχει μέσα από την υπερπροσφορά των διαφόρων πολυεθνικών προϊόντων τηλεθέασης, είναι ότι απευθύνονται σ’ ένα καταναλωτικό κοινό, που επιδρά αρνητικά στην προσωπική μας συνείδηση, εκλαμβάνοντας ως αλήθεια – αξίωμα το ό,τι μάς παρουσιάζεται. Στην προσπάθειά μας να φύγουμε από μία αρνητική πραγματικότητα, θέλει μεγάλη προσοχή να μην γεμίζουμε με πράγματα ανώφελα τον νου μας. Γνωστή είναι η έκφραση «το κάνω για να σκοτώσω τον χρόνο μου». Τότε είναι χρήσιμη η επίγνωση, ώστε το κενό που υπάρχει, να το γεμίσουμε με πραγματικά βιώματα, όπως μία αληθινή φιλία, το άκουσμα μίας ωραίας μουσικής, λίγα και ουσιαστικά θέματα προς ανάγνωση, κ.α. |
Archives
September 2023
Categories |