Η ηλικία δεν φαίνεται να επηρεάζει την ικανότητά μας να γράφουμε και να μαθαίνουμε νέο λεξιλόγιο. Η όραση μας μπορεί αν φθίνει όπως και η μνήμη μας, αλλά σε σύγκριση με την ικανότητα μας να παράγουμε και να κατανοούμε την γλώσσα διατηρείται ικανοποιητικά όσο μεγαλώνουμε, συμφωνούν οι επιστήμονες. Photo by Aaron Burden on Unsplash Η ικανότητα μας να διαβάζουμε και να γράφουμε μπορεί να διατηρηθεί αναλλοίωτη στον χρόνο, ενώ τα οφέλη τους είναι σημαντικά. Η γραφή αποτελεί έναν σπουδαίο τρόπο οργάνωσης των σκέψεων και ανησυχιών μας, επειδή μόλις καταγραφούν, γίνονται αμέσως πιο εύκολες στην αντιμετώπισή τους.
Ιδιαίτερα για τα ηλικιωμένα άτομα, το γράψιμο μπορεί να τα ωφελήσει πολύ, καθώς διεγείρει τα κύτταρα του εγκεφάλου τους. Το να καταγράφει κάποιος τις σκέψεις και τις αναμνήσεις του μπορεί να είναι μια εξαιρετική άσκηση για τη μνήμη. Αναδύονται ιστορίες ξεχασμένες, εμπειρίες ζωής με τους φίλους, τον ή την σύντροφο, τα παιδιά, τα εγγόνια, τους συναδέλφους. Γράφοντας τις αναμνήσεις στο χαρτί μπορεί να τις διαβάζει ξανά και ξανά και μ’ αυτό τον τρόπο να βελτιώνει τη διάθεσή του και κυρίως να αισθάνεται ένα αίσθημα πληρότητας. Εξάλλου, το να γράφει κανείς -περισσότερο ή λιγότερο συστηματικά- παραδείγματος χάρη, κρατώντας ημερολόγιο, μπορεί να δώσει ένα νέο νόημα στη ζωή και στις εμπειρίες του. Σύμφωνα με αμερικανική επιστημονική έρευνα, το να έχει κάποιος ένα σταθερό σκοπό στη ζωή του, μπορεί να τον προστατεύσει από την άνοια και το Αλτσχάιμερ. Στο μεταξύ, η ανάγνωση λογοτεχνίας έχει συσχετιστεί με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής. Μια μελέτη, που διεξήχθη από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Yale, διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι που διαβάζουν βιβλία για τουλάχιστον 30 λεπτά την ημέρα έζησαν, κατά μέσο όρο, σχεδόν δύο χρόνια περισσότερο από ό, τι οι μη αναγνώστες. Η γλώσσα είναι ένας σταθερός σύντροφος κατά τη διάρκεια της ζωής μας, οπότε ίσως δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι είναι συνυφασμένη με την υγεία και τη μακροζωία μας. Και οι ερευνητές συνεχίζουν να κάνουν ανακαλύψεις σχετικά με τις συνδέσεις μεταξύ γλώσσας και γήρανσης. Για παράδειγμα, μια μελέτη που δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 2019, διαπίστωσε ότι η μελέτη μιας ξένης γλώσσας σε μεγαλύτερη ηλικία βελτιώνει τη συνολική γνωστική λειτουργία. Άρα όλες οι έρευνες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι για να γεράσει κανείς καλά, καλό είναι να γράφει, να διαβάζει και να μιλάει.
0 Comments
Leave a Reply. |