Όπως αναφέρθηκε στα προηγούμενα άρθρα μου (δύο από μια σειρά πέντε άρθρων), οι βασικές ανάγκες που πρέπει να καλύπτονται για να μεγαλώνουν τα παιδιά μας με υγεία σε σώμα, μυαλό και συναίσθημα είναι μόνο πέντε και θα τις ονομάσουμε και θα τις αναλύσουμε και σε αυτό και στα επόμενα άρθρα. Φωτογραφία από Jonas Mohamadi Ας θυμηθούμε τις βασικές αναπτυξιακές ανάγκες των παιδιών που είναι οι εξής:
Όταν δεν γνωρίζουμε αυτές τις θεμελιώδεις ανάγκες, μπορεί να νιώθουμε αδύναμοι, απελπισμένοι, να σκεφτόμαστε ότι έχουμε ένα δύστροπο, κακομαθημένο ή προβληματικό ... (και άλλους παρόμοιους χαρακτηρισμούς) παιδί. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να τις έχουμε κατά νου για να γίνεται όλο και πιο εύκολο να φροντίσουμε τα παιδιά μας και να επικοινωνήσουμε μαζί τους. Σε αυτό το τρίτο στη σειρά άρθρο, θα αναφερθούμε στην ανάγκη των παιδιών για κίνηση. Η ΑΝΑΓΚΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΓΙΑ ΚΙΝΗΣΗ Η Μαρία Μοντεσσόρι μέσα από επιστημονική έρευνα και παρατήρηση, ανέλυσε πολύ διεξοδικά την ανάγκη του παιδιού για κίνηση. Θα εξηγήσουμε -μέσα από τα γραπτά της στα βιβλία “Το μυστικό της παιδικής ηλικίας” και “Δεκτικός Νους” - τι σημαίνει η ανάγκη του παιδιού για κίνηση.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η κίνηση και η δράση ενός μικρού παιδιού, είναι διαφορετική από αυτή του ενήλικα. Εμείς κινούμαστε-δρούμε για να επιτύχουμε έναν σκοπό. Το παιδί όμως κινείται και δρα για να δημιουργήσει τον εαυτό του. Για παράδειγμα, όταν περπατάμε ως ενήλικες, το κάνουμε για να φτάσουμε σε ένα στόχο εξωτερικό. Το παιδί όμως περπατά για να αναπτύξει τα όργανά του (πόδια, μύες κλπ.) και άλλες λειτουργίες (ισορροπία, συντονισμός κλπ.) για αυτό και το κάνει με τον δικό του διαφορετικό ρυθμό, που σαφώς είναι πιο αργός. Μέσα από την κίνηση το παιδί, αναπτύσσει το σώμα του, βελτιώνει τις δεξιότητές του και γνωρίζει το περιβάλλον του. Επιπλέον είναι πολύ σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι μέσα από την κίνηση δηλ. τη δράση, το παιδί εκφράζει αλλά και χτίζει τη βούλησή του (γιατί να έχει τη θέληση να κάνει κάποιος κάτι, εάν ξέρει ότι δεν μπορεί να δράσει για να το πραγματοποιήσει;). Από τη στιγμή που γεννιέται κάθε παιδί είναι από τη φύση εφοδιασμένο με μια ορμή και μια ανάγκη να κινηθεί και να παρατηρεί συνεχώς τις κινήσεις που κάνουν οι άνθρωποι γύρω του.
Γύρω στα 2,5-4 του χρόνια ένα παιδί -που έχει κατακτήσει κάποιες κινήσεις- κάνει κάτι ακόμη πιο δύσκολο, προσπαθεί να συντονίσει την κίνησή του. Προσπαθεί δηλαδή να είναι πολύ πιο συνειδητές οι κινήσεις του που σημαίνει ότι πρέπει το σώμα του και ο εγκέφαλός του να συνεργαστούν. Προσπαθεί δηλαδή να κινηθεί σύμφωνα με τη θέλησή του.
Αυτήν την κίνηση όπου το σώμα (κίνηση) και ο εγκέφαλος (βούληση- θέληση) συνεργάζονται αρμονικά, η Μαρία Μοντεσσόρι ονομάζει «συντονισμένη κίνηση». Το παιδί αλληλοεπιδρώντας με το περιβάλλον του, φτάνει στο σημείο να θυμάται, να μπορεί να καταλαβαίνει και να σκέπτεται με λογική, να χτίζει μεθοδικά τη σκέψη του, να εκφράζει τη βούλησή του και τελικά να προσαρμόζεται στην κουλτούρα, τη χώρα και την εποχή του. Οι κινητικές ικανότητες που σχετίζονται με τη λογική είναι η ομιλία και η δραστηριότητα των χεριών που εξυπηρετεί τη σκέψη στην πραγμάτωση και ολοκλήρωση ενός έργου. Γι’ αυτόν τον λόγο το χέρι είναι κάτι σαν ένας εξωτερικός εγκέφαλος για το παιδί. Με αυτό αντιλαμβάνεται το περιβάλλον του, το αγγίζει αλλά και μπορεί στη συνέχεια να το διαχειριστεί ή και να το μεταμορφώσει.
Όταν το περιβάλλον δίνει ερεθίσματα για δημιουργική «δουλειά» τότε η κίνηση και η βούληση δρουν συντονισμένα. Το παιδί που λειτουργεί ανεμπόδιστα, καταφέρνει να συγκεντρώνεται όλο και πιο πολύ, να αυξάνει τον αυτοέλεγχο του και την υπομονή του. Έτσι στα έξι του χρόνια, μπορεί να εξελιχθεί σε ένα ανεξάρτητο, ήρεμο, χαρούμενο πλάσμα που δρα, αντιλαμβάνεται και έχει έλεγχο των κινήσεών του, ενώ προηγουμένως ζούσε σε ένα τελείως διαφορετικό επίπεδο. Φωτογραφία από Jonathan Borba Το παιδί μέσα από την συντονισμένη κίνηση εκφράζει το “εγώ” του και δομεί τη συνείδησή του. Σε αυτό το σημείο καλό είναι να τονιστεί ότι η συντονισμένη κίνηση είναι τελείως διαφορετική από την συνεχή, χωρίς στόχο κίνηση. Μία ά-στοχη κίνηση δεν θα συνέβαλε στην φυσιολογική ανάπτυξη του παιδιού, όπως ακριβώς δεν θα συνέβαλε σε αυτήν την ανάπτυξη και μία βούληση που δεν γίνεται πράξη. Δεν πρέπει δηλαδή, να μπερδεύουμε την κίνηση που βοηθάει το παιδί να αναπτυχθεί και να καλύψει τις ανάγκες της καθημερινότητας (π.χ. θέλω να φάω, να ντυθώ, να πλύνω ένα φρούτο κλπ.) με την άτακτη, ή επιθετική, ή χωρίς αναπτυξιακό στόχο κίνηση (π.χ. χτυπάω το αδελφάκι μου, ή τρέχω μακριά από τη μαμά μου κ.ο.κ).
`Ενώ όλοι παραδεχόμαστε εύκολα ότι πρέπει να αφήσουμε τα παιδιά να ενεργούν ελεύθερα, στην πράξη, ασυνείδητα τους βάζουμε ένα σωρό εμπόδια. Αν και θέλουμε να τα αφήσουμε να εξερευνήσουν, να κινηθούν, να αυτοεξυπηρετηθούν, να μάθουν κλπ. τους λέμε συνεχώς π.χ. μη, δεν μπορείς, δεν ξέρεις, πρόσεχε, θα το σπάσεις, θα χτυπήσεις, θα βρωμίσεις, θα αρρωστήσεις… Ή για να τα προστατεύσουμε τα περιορίζουμε σε ριλάξ, παρκοκρέβατα, σε καρότσια ή πίσω από κάγκελα… Ή παρεμβαίνουμε στις επιλογές τους και στη δραστηριότητά τους περιορίζοντας τους έτσι αυτή τη ζωτική ανάγκη για επιλογή, κίνηση και δράση. Όταν η συνεργασία της θέλησης και της κίνησης εμποδίζεται από εξωγενείς παράγοντες (π.χ. από εμάς ή από ένα ακατάλληλο περιβάλλον) τότε αυτό θα επηρεάσει αρνητικά τη συμπεριφορά του παιδιού. Η κίνηση και η βούληση, θα δρουν ανεξάρτητα με αποτέλεσμα την αποτυχία δόμησης μιας ενοποιημένης προσωπικότητας. Ο ρόλος μας λοιπόν ως ενήλικες είναι να βοηθήσουμε το μικρό παιδί να συντονίσει την κίνησή του με διάφορους τρόπους:
Γενικότερα η συμμετοχή του παιδιού στην οικογενειακή ρουτίνα και τα αντικείμενα που χρησιμοποιούμε στην καθημερινή μας ζωή στο σπίτι (π.χ. κουτάλι, ποτήρι, σφουγγάρι, κορδόνια, μανταλάκια, ρούχα κλπ.), είναι τα καλύτερα εργαλεία που χρειάζεται το παιδί για να δυναμώσει και να αναπτύξει την κίνησή του, στα πρώτα του χρόνια. Επίσης δίνοντάς του επιλογές και τη δυνατότητα να αυτοεξυπηρετείται, δυναμώνουμε την αυτοπεποίθησή του και το βοηθάμε να χτίσει τη βούλησή του. Έτσι βοηθάμε το παιδί να φέρει σε αρμονία την κίνησή του με τα θέλω του και να χτίσει πάνω σε μία γερή βάση την προσωπικότητά του. «Η κίνηση είναι το μόνο χειροπιαστό μέσο που εγκαθιστά καθαρές σχέσεις ανάμεσα στο “εγώ” και την εξωτερική πραγματικότητα» Ας συνειδητοποιήσουμε λοιπόν, πόσο σοβαρό έργο επιτελεί το παιδί δρώντας και ας σεβαστούμε το πόσο σημαντική είναι για την ανάπτυξή του η ανάγκη του για συντονισμένη κίνηση. Τη Λιάνα Χαρίση μπορείτε να τη βρείτε στο www.facebook.com/lianaswonder Μην διστάσετε να μας στείλετε σχόλια ή ερωτήσεις για περισσότερες πληροφορίες και διευκρινήσεις πάνω στο άρθρο
0 Comments
Leave a Reply. |
Archives
November 2020
Categories |