Η «κυβέρνηση της Βιέννης» αποτελεί ένα από τα άγνωστα και μελανά κεφάλαια της ελληνικής ιστορίας. Σχηματίστηκε τον Οκτώβριο του 1944, λίγες μέρες πριν την απελευθέρωση της Αθήνας από συνεργάτες των Ναζί που είχαν φύγει πριν από αυτούς από τη χώρα. Επικεφαλής τους ο διαβόητος Έκτορας Τσιρονίκος. Ο Τσιρονίκος ήταν Έλληνας επιχειρηματίας στη Ρωσία. Είχε δική του τράπεζα την οποία έχασε το 1917 από την επανάσταση των Μπολσεβίκων. Αυτό τον έκανε φανατικό αντικομμουνιστή. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, έζησε για ένα διάστημα στην Κωνσταντινούπολη, όπου ασχολήθηκε με εφοπλιστικές επιχειρήσεις, και το 1928 εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες, όπου ίδρυσε επενδυτική και κατασκευαστική εταιρία. Παράλληλα, από το 1934 ήταν εμπορικός σύμβουλος της εκεί ελληνικής πρεσβείας και μετά την κατάληψη του Βελγίου το 1940 απελάθηκε στην Ελλάδα. Το 1940 ήρθε μόνιμα στην Ελλάδα και το 1943 ορκίστηκε υπουργός Γεωργίας στην κατοχική κυβέρνηση Λογοθετόπουλου. Στην τρίτη κατοχική κυβέρνηση Ράλλη έγινε οικονομικός υπερυπουργός με πέντε χαρτοφυλάκια. Από τον Μάρτιο του 1944, ο Τσιρονίκος ήταν αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ράλλη και τον Ιούνιο του 1944 στηλίτευε την απόβαση της Νορμανδίας λέγοντας ότι «οι Αγγλοαμερικανοί δεν ηννόησαν ακόμη τον τρομερόν κίνδυνο τον οποίον διατρέχει ο ευρωπαϊκός πολιτισμός και αι ηθικαί αυτού αξίαι, και έγιναν τυφλά όργανα του Στάλιν και της εβραϊκής κλίκας η οποία τους περιστοιχίζει». Κι όταν τον Γενάρη του 1944 η συμμαχική αεροπορία βομβάρδισε τον Πειραιά, ο Τσιρονίκος κυκλοφόρησε ολόκληρη σειρά γραμματοσήμων με θέμα την «τρομοκρατική» όπως έγραφε επίθεση. Λίγο πριν αποχωρήσουν οι Γερμανοί από την Ελλάδα, ο Τσιρονίκος πήρε εντολή από τον πρωθυπουργό Ράλλη να ταξιδέψει στο Βελιγράδι για να συναντήσει τον Γερμανό διοικητή Βαλκανίων Νοϋμπάχερ. Έφυγε μαζί με την οικογένεια του, ξέροντας ότι καταφθάνουν οι σύμμαχοι. Όταν αργότερα μεταφέρθηκε ως κρατούμενος στην Ελλάδα, υποστήριξε ότι σε κείνες τις συνομιλίες με τον Νοϋμπάχερ έσωσε την Αθήνα από την καταστροφή. Υποστήριξε επίσης ότι έπεισε τον Νοϋμπάχερ να μην ανατινάξουν το φράγμα του Μαραθώνα που είχαν παγιδεύσει, ούτε την ηλεκτρική και τηλεφωνική εταιρεία, καθώς και όλα τα δημόσια κτίρια. Αφού «έσωσε» την Αθήνα, έφυγε για την Αυστρία. Στη Βιέννη τον Νοέμβριο του 1944 έκανε την πρώτη άτυπη συγκέντρωση των γερμανόφιλων Ελλήνων. Μαζί του ήταν οι δοσίλογοι Γεώργιος Πούλος (απότακτος συνταγματάρχης) και ο συνεργάτης του Ξενοφών Γιοσμάς, ο Αριστείδης Ανδρόνικος (γιατρός και φανατικός αντισημίτης), Κων. Γούλας (δικηγόρος της Θεσσαλονίκης, αρχηγός της ΕΕΕ) και οι κατοχικοί υπουργοί Ταβουλάρης και Ιωάννης Πασσαδάκης (δικηγόρος, πρώην υπουργός, γενικός διοικητής Κρήτης επί Κατοχής). Δραστηριοποιήθηκαν στην κωμόπολη Kitzbuehel, 80 χιλιόμετρα μακριά από το Σάλτσμπουργκ. Η συγκρότηση της Κυβέρνησης Τσιρονίκου έγινε στο πολυτελές ξενοδοχείο Grand Hotel στους πρόποδες των Άλπεων. Ο ίδιος ήταν φανατικός τζογαδόρος και συχνά έπαιζε στο Casino Kitzbuehel, το οποίο παρέμεινε ανοιχτό και στον πόλεμο.
Ωστόσο, η ''κυβέρνηση'' της Αυστρίας ήταν βραχύβια. Οι προσπάθειες στρατολόγησης οπαδών και εθελοντών ανάμεσα στους Έλληνες εργάτες της Βιέννης ήταν μάταιες. Ο Τσιρονίκος τον Δεκέμβριο του 1944 τόνιζε ότι ο Γ. Παπανδρέου βρίσκεται επικεφαλής σπείρας επιδρομέων και ότι οι Έλληνες της Βιέννης συμπαραστέκονται στον ελληνικό λαό που μάχεται ακόμα για την ελευθερία του. Η τελευταία εντυπωσιακή κίνηση της ''κυβέρνησης'' της Αυστρίας ήταν η κατάθεση στεφάνου στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη της Βιέννης στις 25 Μαρτίου 1945. Ο Τσιρονίκος μαζί με τους Πούλο, Ταβουλάρη και Πασσαδάκη συνελήφθησαν από τον αμερικανικό στρατό τον Ιούνιο του 1945. Παραδόθηκαν στις ελληνικές αρχές σχεδόν έναν χρόνο μετά, τον Αύγουστο του 1946. Το τι μεσολάβησε σε αυτό το διάστημα αποτελεί μυστήριο. Ένα ισχυρό σενάριο είναι πως τον έστειλαν οι Αμερικανοί στη Συνδιάσκεψη των Παρισίων να δώσει στοιχεία για την οικονομική κατάσταση της χώρας την περίοδο της κατοχής. Ο τύπος της εποχής έδωσε δημοσιότητα στην επιστροφή του στην Αθήνα. Μάλιστα έκανε δηλώσεις και δικαιολόγησε τη συμμετοχή του στις κατοχικές κυβερνήσεις και την επιλογή να διαφύγει στο εξωτερικό μετά την αποχώρηση των Γερμανών. Υποστήριξε ότι έφυγε με τους Γερμανούς διότι φοβήθηκε ότι στην χώρα θα επικρατούσαν οι κομμουνιστές. Φυλακίστηκε, αλλά μετά από οκτώ μόλις χρόνια του δόθηκε χάρη και το 1952 βγήκε. Πέθανε το 1964, πάμφτωχος και ολομόναχος, στο γηροκομείο Αθηνών.
0 Comments
|