ΜΑΡΙΑ ΑΔΑΜΙΔΟΥ // DISTAFF • ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΙ Όταν πρέπει να διαλέξεις έναν χαρακτηρισμό για να περιγράψεις τη Θεσσαλονίκη, δυσκολεύεσαι πολύ. Αν ξεχωρίσεις το ένα της πρόσωπο, νιώθεις ότι αδικείς όλα τα άλλα. Να την πεις πόλη ερωτική; πλανεύτρα, που κοιμάται κάτω από φώτα κόκκινα, όπως την είδε ο Καββαδίας; Να θυμηθείς ότι είναι μάνα με μια τεράστια αγκαλιά για κάθε πονεμένο; καλοφαγού σαν ανατολίτισσα, κοσμοπολίτισσα σαν Ευρωπαία; Η προδομένη ερωμένη που πάντα της μένει παρηγοριά αυτό το «συν» στο συμβασιλεύουσα και το συμπρωτεύουσα; Η Ξεσσαλονίκη των Ξύλινων σπαθιών και των φοιτητών που περνούν τα καλύτερά τους χρονιά εκεί; Προσωπικά πιστεύω ότι της ταιριάζουν ιδανικά οι στίχοι του Παύλου Σιδηρόπουλου «με μια ζωή ανάμικτη αλήτη αριστοκράτη», μια ζωή που μόνο στη Σαλονίκη μπορείς να γευθείς τόσο έντονα. Γιατί η Σαλονίκη είναι από τη φύση της και του σαλονιού και του λιμανιού. Δεν θέλω να σταθώ τόσο στα Μουσεία και τους πολιτιστικούς χώρους της Θεσσαλονίκης, γιατί θεωρώ δεδομένο ότι ο επισκέπτης θα κάνει τον κόπο να τα επισκεφθεί. Προτιμώ να μείνω στα πρόσωπα της πόλης που αποκαλύπτονται όταν την περπατάς. Αφήνοντας το «σαλόνι» για αργότερα, ξεκινάμε από το λιμάνι, το οποίο, πέρα από τον λειτουργικό του ρόλο, επιτρέπει στη Θεσσαλονίκη να είναι εμπορικό κέντρο από την απαρχή της ύπαρξής της, το 316 π.Χ, ως χώρος συναντήσεων και πολιτισμού. Πριν από μερικές δεκαετίες το παλιό λιμάνι ήταν ένας χώρος παρακμιακός, και μόνο οι μυημένοι γνώριζαν το μικρό ταβερνάκι με τα ελάχιστα τραπέζια που κρυβόταν πίσω από τις παρατημένες αποθήκες. Σήμερα σφύζει από ζωή, οι νέοι δίνουν ραντεβού στο στέκι αυτό που μεταμορφώθηκε σε χώρο πολιτισμού με το Μουσείο Κινηματογράφου και εκθέσεις στις πρώην αποθήκες, και φυσικά σε χώρο διασκέδασης με μπαρ και καφέ που εποπτεύουν τον Θερμαϊκό και την παλιά παραλία. Κατά μήκος της παλιάς παραλίας, της Λεωφόρου Νίκης, από το λιμάνι προς τον Λευκό Πύργο, η διαδρομή είναι απολαυστική, με θέα πάντοτε στον Θερμαϊκό. Ανάλογα με τον καιρό και την καθαρότητα της ατμόσφαιρας, το τοπίο μπορεί να μοιάζει με την ομώνυμη ταινία του Θ. Αγγελόπουλου ή μπορείς να δεις την πάντα χιονισμένη κορυφή του Ολύμπου σαν να απέχει μόλις μιαν ανάσα. Το ηλιοβασίλεμα, δε, από την παλιά ή τη νέα παραλία, είναι κατά τη γνώμη μου εφάμιλλο της Οίας- γιατί για τους Θεσσαλονικείς και δη τους ξενιτεμένους δεν ισχύει μόνο το σαν τη Χαλκιδική δεν έχει, αλλά και το σαν τη Σαλονίκη δεν έχει. Στην περιοχή του λιμανιού βρίσκονται πολλές ξενοδοχειακές μονάδες και αρκετά παλαιά διατηρητέα βιομηχανικά κτίσματα όπως ο Μύλος (διατηρητέος πενταόροφος αλευρόμυλος του 1924), το ΦΙΞ και η Βίλκα. Στον δρόμο προς τον Λευκό Πύργο, η πρώτη στάση είναι τα γνωστά Λαδάδικα, όπου διατηρούσαν τα καταστήματά τους οι έμποροι λαδιού, τα οποία όμως καταστράφηκαν και παρήκμασαν μετά τον σεισμό του 1978. Τη δεκαετία του 1990 δόθηκε νέα πνοή στο σημείο αυτό, με τη δημιουργία μπαρ, εστιατορίων και μεζεδοπωλείων, και έγινε σημείο αναφοράς για τη διασκέδαση στη Θεσσαλονίκη. Τα τελευταία, χρόνια βέβαια, έχουν αποκτήσει έναν μάλλον φολκλορικό χαρακτήρα, αλλά να πας στη συμπρωτεύουσα χωρίς να δεις τα Λαδάδικα δεν λέει. Συνεχίζουμε και συναντάμε την πλατεία Αριστοτέλους, τη μεγάλη πλατεία που διατρέχει κάθετα το κέντρο της πόλης. Για την πλατεία αυτή τα σχέδια ήταν μεγαλόπνοα μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917, με βάση τον εκπληκτικό σχεδιασμό του αρχιτέκτονα Ερνέστο Εμπράρ, που επιχείρησε να δώσει μια νέα όψη στην πόλη. Δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και έμειναν μόνο τα κτίρια που στεγάζουν το Ολύμπιον και το Ηλέκτρα, με τη χαρακτηριστική ημικυκλική του μορφή. Δεν θα ανηφορήσουμε ακόμη, θα συνεχίσουμε παραλιακά. Φτάνουμε στον Λευκό Πύργο, που χτίστηκε κάπου τον 15ο αιώνα και κάποτε ονομαζόταν Πύργος του αίματος μέχρι που ο Σουλτάνος τον μετονόμασε, σε μια προσπάθεια να αλλάξει την εικόνα της παραπαίουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Και ήταν ο κατάδικος Νάθαν Γκουελεντί, που με αντάλλαγμα την ελευθερία του, άσπρισε τον Πύργο. Το μοναδικό τμήμα του παραλιακού Τείχους της Θεσσαλονίκης που διασώζεται είναι σήμερα ένα πολύ ιδιαίτερο Μουσείο, και η θέα από την κορυφή του, πραγματικά μοναδική. Ακολουθώντας την ίδια πορεία προς τα ανατολικά, προσπερνώντας το Βασιλικό Θέατρο, μπαίνουμε στο «σαλόνι» και φτάνουμε στη Νέα Παραλία, που μετά την ανάπλασή της, έχει γίνει ακόμη πιο εντυπωσιακή και φιλόξενη. Η εικόνα με τα πλωτά μπαρ που σου κάνουν μια σύντομη βόλτα στα ανοιχτά του Θερμαϊκού, ο κόσμος που κάνει βόλτα στην προκυμαία, οι ποδηλάτες, οι καλλιτέχνες του δρόμου, αποπνέουν έναν κοσμοπολίτικο αέρα, που σε κάνει να νιώθεις ότι βρίσκεσαι στην καρδιά της Ευρώπης. Και την ίδια στιγμή αγοράζεις κουλούρι, σαλέπι, ψητό καλαμπόκι και ξηρούς καρπούς από τους πλανόδιους πωλητές, και νιώθεις πόσο γλυκά αναμειγνύονται στην παραλία της Σαλονίκης η θαλασσινή αύρα με την ανατολή. Αφήνοντας την παραλία λίγο πριν φτάσουμε στο Μέγαρο Μουσικής και ανηφορίζοντας μέχρι τον παράλληλο δρόμο, τις λεωφόρους Β. Γεωργίου και Βασιλίσσης Όλγας, παρότι βρισκόμαστε ακόμα στην καρδιά του αστικού ιστού, υπάρχουν παντού ίχνη που θυμίζουν την παλιά ονομασία της περιοχής, που ήταν Λεωφόρος Εξοχών. Οι λιγοστές εναπομείνασες επαύλεις που ευτυχώς αρκετές έχουν αναστηλωθεί και διασωθεί από το αδυσώπητο πέρασμα του χρόνου, αποτελούν ένα συναρπαστικό ταξίδι στο χρόνο, στις αρχές του 19ου αιώνα, τότε που η ακμάζουσα αστική τάξη της Θεσσαλονίκης-αυτό το υπέροχο αμάλγαμα Ελλήνων, ισπανόφωνων Εβραίων, Βαλκάνιων κάθε λογής και Τούρκων αξιωματούχων που άφησε έντονα τα σημάδια της σε ολόκληρη την πόλη- έχτιζε πολυτελείς κατοικίες μακριά από το πολύβουο κέντρο με τα στενά σοκάκια και τα ξύλινα σπίτια. Βίλα Αλατίνι, Casa Bianca, Βίλα Μορντώχ, Βίλα Καπαντζή και Έπαυλη Μοδιάνο, ονόματα όπως και αυτά πολλών συνοικιών του κέντρου, αλλά και προαστίων που ενσωματώθηκαν στην πόλη, Τσινάρι, Γεντί Κουλέ, Ντεπό, Μενεμένη, φέρουν τη σφραγίδα της ιστορίας. Ένα ταξίδι στο χρόνο είναι, άλλωστε, ολόκληρη η Θεσσαλονίκη. Σε κάθε γωνιά του κέντρου-απόκεντρου, βλέπεις απομεινάρια των αιώνων που πέρασαν από την πόλη, από την αρχαιότητα και τη Ρωμαϊκή περίοδο, μέχρι τους βυζαντινούς χρόνους, την οθωμανική αυτοκρατορία, την υποδοχή δεκάδων χιλιάδων προσφύγων μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και τον εξευρωπαϊσμό της συμπρωτεύουσας. Προτού επιστρέψουμε στο κέντρο, ένα μικρό πέρασμα από την οδό Αρχαιολογικού Μουσείου στο Φάληρο, για να δούμε το Γενί Τζαμί, που κτίστηκε το 1902 από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Vitaliano Poselli και χρησίμευε ως τόπος λατρείας για τους εξισλαμισθέντες Εβραίους, τους επονομαζόμενους Ντονμέδες .Μετά την απέλαση των Ντονμέδων (1924) στο κτήριο στεγάστηκε το νεοσύστατο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, έως ότου μεταφερθεί στο νέο του κτήριο στη Λεωφόρο Στρατού. Σήμερα φιλοξενεί πολύ ενδιαφέρουσες εκθέσεις. Στο ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης συμβιώνουν εδώ και αιώνες τα ρωμαϊκά με τα βυζαντινά μνημεία που τα ανακαλύπτεις με έναν σύντομο περίπατο. Το Γαλεριανό συγκρότημα, δημιούργημα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Γαλέριου, αποτελείται από τέσσερα μνημεία: τη Ροτόντα, ένα κυκλικό κτήριο, που χτίστηκε για χρησιμοποιηθεί είτε ως ναός είτε ως μαυσωλείο το Γαλέριου, και σήμερα είναι ένας μουσιακός-εκθεσιακός χώρος. Λίγο πιο χαμηλά είναι η Καμάρα, ένα σημείο όπου και να μην έχεις δώσει ραντεβού με φίλους, είναι βέβαιο ότι κάποιος γνωστό θα συναντήσεις και θα καταλήξεις σε ένα από τα πολλά καφέ ή μπαρ της περιοχής ή πιο πέρα, πίσω από την Αγία Σοφία. Από τα ανάκτορα του Γαλέριου σώζεται επίσης ένα τμήμα, ενώ από τον ρωμαϊκό Ιππόδρομο, όπου σφαγιάστηκαν 7.000 Θεσσαλονικείς το 390 μ.Χ κατ΄ εντολήν του αυτοκράτορα Θεοδόσιου, σώζεται μόνο η ονομασία της μακρόστενης πλατείας που διατηρεί το σχήμα του Ιπποδρόμου, και ορισμένα τμήματα σε υπόγεια των παρακείμενων πολυκατοικιών. Διάσπαρτες είναι οι βυζαντινές εκκλησίες, με εντυπωσιακότερη αυτή του πολιούχου, Αγίου Δημητρίου και την Αγία Σοφία, που θυμίζει την Αγια Σοφιά της Πόλης. Ξεχωριστό κεφάλαιο αποτελούν οι πολύχρωµες παραδοσιακές αγορές, με εικόνες, αρώματα, φωνές και φυσικά... μπουγάτσα. Μπουγάτσα με κρέμα, με κιμά, με τυρί, με σπανάκι, το έδεσμα που έχει συνδεθεί σχεδόν όσο ο Λευκός Πύργος με τη Θεσσαλονίκη. Θα ήθελα να κάνω μια ειδική μνεία στην αγορά Μοδιάνο, η οποία, βάσει του σχεδιασμού που υπάρχει, μέχρι το 2021θα έχει εκσυγχρονιστεί και θα θυμίζει περισσότερο την Boqueria της Βαρκελώνης, όπου πωλείται κάθε είδος διατροφής. Από την αγορά Μοδιάνο, λοιπόν, στην οδό Ερµού ,και το Μπεζεστένι στη Βενιζέλου, μέχρι το Καπάνι, παρότι τα περισσότερα μαγαζιά έχουν κλείσει και έχουν δώσει τη θέση τους σε μεζεδοπωλεία και τσιπουράδικα, η βόλτα σίγουρα αξίζει τον κόπο, όπως και στην πλατεία Άθωνος. Στη στοά, βορειοανατολικά της Αριστοτέλους, όπου παλαιότερα λειτουργούσαν µικρά µηχανουργεία, τσαγκαράδικα και ξυλουργεία, σήµερα, κάτω από τη μοντέρνα σιδερένια οροφή της, σίγουρα θα βρεις κάτι να βάλεις στο στόμα σου. Τα μεζεδοπωλεία και τα εστιατόρια είναι άλλωστε ένα από τα δυνατά σημεία της Θεσσαλονίκης. Από το χωνευτήρι πολιτισμών, προέκυψε και η πιο λαχταριστή κουζίνα της χώρας (είμαι προκατειλημμένη, αλλά και πάλι, δύσκολα θα βρεις άνθρωπο που δεν απόλαυσε το φαγητό στη Θεσσαλονίκη). Ανατολίτικα αρώματα και μπαχαρικά από το οθωμανικό παρελθόν, τα πολίτικα και σμυρναίικα εδέσματα από τις Μικρασιάτισσες νοικοκυρές που βρήκαν φιλόξενο καταφύγιο στη συμπρωτεύουσα, τις βαλκανικές γεύσεις από τη βυζαντινή ιστορία της πόλης, μέχρι τη σεφαρδίτικη, την ποντιακή, την ελληνική κουζίνα και τις ευρωπαϊκές «νότες», όλα παντρεύονται γλυκά στη μαγειρική μαρμίτα της Θεσσαλονίκης και σερβίρονται προς τέρψη του ουρανίσκου σε κάθε γωνιά της. Δεν νοείται να φύγεις από τη Θεσσαλονίκη χωρίς μερικά παραπανίσια κιλά για ενθύμιο! Ακολουθεί ένα πέρασμα από τα σωζόμενα λουτρά της Θεσσαλονίκης: το Μπέη Χαμάμ, το μεγαλύτερο στην Ελλάδα που είναι και επισκέψιμο, το Πασά Χαμάμ, το Γιαχουντί Χαμάμ (Λουτρό των Εβραίων) και το Γενί Χαμάμ που οι Θεσσαλονικείς γνωρίζουν ως Αίγλη.
Προτού ανέβουμε στα Κάστρα, ξεκινάμε την ανάβαση στην Άνω Πόλη, και κάνουμε μια στάση στο Τσινάρι, την περιοχή ανάμεσα στην οδό Ολυμπιάδος και τα δυτικά βυζαντινά τείχη, που σώθηκε από την καταστροφική πυρκαγιά του 1917, λόγω της κατεύθυνσης του αέρα. Είναι αγαπημένο στέκι των νέων κυρίως, με φθηνή φοιτητική στέγη, καφέ και τσιπουράδικα. Σήμα κατατεθέν το ομώνυμο ουζερί, που άνοιξε για πρώτη φορά το 1885.Το όνομα μάλλον προέρχεται από την τούρκικη λέξη Τσινάρ, που σημαίνει πλατάνι, και οι μαρτυρίες θέλουν να ήταν γεμάτη με αυτά τα δέντρα, ελάχιστα από τα οποία όμως σώζονται σήμερα. Λίγο πιο ψηλά, ξετυλίγεται η Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης, για μένα ένα πραγματικό κόσμημα. Πριν φτάσουμε εκεί, επιβάλλεται μια στάση στους Κήπους του Πασά. Το περίεργο gothic κτίσµα, που µοιάζει µε στοά, χρονολογείται στις αρχές του 20ου αιώνα, είναι κατασκευασμένο από υλικό άγνωστης προέλευσης και λέγεται ότι λειτουργούσε ως ησυχαστήριο του τότε διοικητή της Θεσσαλονίκης. Μόλις φτάσεις στην Άνω Πόλη, δεσπόζει ο Πύργος του Τριγωνίου, το...διδυμάκι του Λευκού Πύργου και τα βυζαντινά τείχη, το Επταπύργιο (Γεντί Κουλέ), που ο θρύλος λέει ότι είναι καταραμένο να μην μπορεί να ξεφύγει από το παρελθόν του ως φυλακή και να αλλάξει χρήση. Από την Πορτάρα η θέα της Θεσσαλονίκης είναι μαγευτική, μέχρι τη θάλασσα. Τα μνημεία στην περιοχή είναι πολλά, και κυρίως βυζαντινοί ναοί και η Μονή Βλατάδων, όπου νιώθεις σαν να βρίσκεσαι σε άλλη εποχή. Ολόκληρη, άλλωστε, η Άνω Πόλη αποπνέει αέρα παλιάς εποχής, σαν ταξίδι στο χρόνο, καθώς διατηρείται σε πολλά σημεία ο παλιός παραδοσιακός πολεοδομικός ιστός, με στενά λιθόστρωτα σοκάκια, αδιέξοδα και μικρά ξέφωτα. Υπάρχουν πολλά κτίσματα μακεδονίτικης αρχιτεκτονικής, με στεγασμένους εξώστες (τα χαγιάτια) και τις προεξοχές (σαχνισιά). Ακόμη, κατά μήκος των τειχών βρίσκονται ίχνη από τα Καστρόπληκτα, τα μικρά ισόγεια σπίτια που έχτισαν κολλητά στα κάστρα ελλείψει χώρου οι Μικρασιάτες πρόσφυγες. Το δάσος του Σειχ Σου που δεσπόζει πάνω από τη Θεσσαλονίκη και προσφέρει επίσης εκπληκτική θέα της πόλης, είναι μια πράσινη όαση, που φυλάσσεται με νύχια και με δόντια από τις πυρκαγιές. Εκεί βρίσκεται το Θέατρο Δάσους, που κάθε χρόνο φιλοξενεί Φεστιβάλ με πολλά καλλιτεχνικά δρώμενα. Η καλλιτεχνική σκηνή της Θεσσαλονίκης, εξάλλου, είναι εφάμιλλη της Αθήνας, έχει πολλούς χώρους στέγασης σε ολόκληρη την πόλη και προσφέρει χώρο για να αναπτυχθεί και η πιο εναλλακτική της έκφραση. Για να δώσει κανείς μια ολοκληρωμένη εικόνα της Θεσσαλονίκης, θα έπρεπε να αφιερώσει ακόμη τόμους βιβλίων, και πάλι δεν θα τα καταφέρει. Μία επίσκεψη στην πόλη αυτή αρκεί για να πάρεις παρά μόνο μια γεύση από τα πολλά της πρόσωπα και τους θησαυρούς που κρύβει. Ίσως για αυτό λέει ο στίχος «Θεσσαλονίκη μάγισσα τραβάς σαν τον μαγνήτη». Για να επιστρέφουμε ξανά και ξανά και να μας αποκαλύπτεται σιγά- σιγά, κομμάτι -κομμάτι, σαν σωστή πλανεύτρα.
0 Comments
|
Archives
September 2023
Categories |