Στην Ιταλία βρίσκεται πλέον η Σαρμπάτ Γκουλά, η «Αφγανή Κοπέλα» ή αλλιώς «Afghan Girl», όπως τιτλοφορήθηκε η φωτογραφία της στο εξώφυλλο του National Geographic, τον Ιούνιο του 1985, η οποία αποτελεί μία από τις αναγνωρίσιμες φωτογραφίες στη ιστορία του περιοδικού. Φορώντας ένα κόκκινο μαντίλι, η κοπέλα με τα με τα πράσινα μάτια διαπερνά με το βλέμμα της τον φακό στην φωτογραφία, που αποτελεί λήψη του Αμερικανού δημοσιογράφου Στηβ ΜακΚάρι, ο οποίος δεν κατέγραψε το όνομά της. Ωστόσο, χρόνια μετά, στις αρχές του 2002 έγινε γνωστό ότι το όνομά της είναι Σαρμπάτ Γκουλά.
Πλέον, το «διάσημο κορίτσι από το Αφγανιστάν» έφτασε στην Ιταλία στο πλαίσιο της εκκένωσης Αφγανών από τη Δύση μετά την κατάληψη της χώρας από τους Ταλιμπάν, σύμφωνα με ανακοίνωση της κυβέρνησης. Το γραφείο του πρωθυπουργού Μάριο Ντράγκι είπε ότι η Ιταλία οργάνωσε την εκκένωση της Σαρμπάτ Γκούλα αφού ζήτησε να τη βοηθήσουν να φύγει από τη χώρα. Η ιταλική κυβέρνηση θα βοηθήσει τώρα να ενσωματωθεί στη ζωή στην Ιταλία, ανέφερε η δήλωση. Η εθνικότητα της Γκουλά ήταν Παστούν, και οι γονείς της είχαν σκοτωθεί κατά την διάρκεια σοβιετικών βομβαρδισμών στο Αφγανιστάν όταν ήταν 8 ετών. Μαζί με την γιαγιά, αδερφό και τις τρεις αδελφές της μετακινήθηκαν στο Πακιστάν μέσω των ορεινών περασμάτων και κατέληξαν στον καταυλισμό προσφύγων κοντά στα σύνορα της χώρας το 1984. Το 1984, όταν και την φωτογράφισε ο ΜακΚάρι, η Γκούλα ήταν μια από τις μαθήτριες στο σχολείο που είχε στηθεί στον καταυλισμό προσφύγων Νασίρ Μπαγκ. Τον Ιανουάριο του 2002, το National Geographic οργάνωσε αποστολή για τον εντοπισμό της. Αφού βρέθηκε ένας φίλος του αδελφού της, η Σαρμπάτ βρέθηκε σε μια απομακρυσμένη περιοχή του Αφγανιστάν. Τότε, ήταν 30 ετών και είχε επιστρέψει στο χωριό της από τον καταυλισμό προσφύγων στο Πακιστάν το 1992. Η ταυτότητά της, μάλιστα, εξακριβώθηκε και μέσω αναγνώρισης της ίριδας της σε σύγκριση με την φωτογραφία. Μετά την ανακάλυψη της, το National Geographic κάλυψε επίσης τα έξοδα για την ιατρική φροντίδα της οικογένειας της, καθώς και πλήρωσε τα έξοδα για το ταξίδι του προσκυνήματος στην Μέκκα. Το 2014, βρέθηκε και πάλι στο Πακιστάν, αλλά κρύφτηκε όταν οι αρχές την κατηγόρησαν ότι αγόρασε μια πλαστή πακιστανική ταυτότητα και διέταξαν την απέλασή της. Μεταφέρθηκε στην Καμπούλ, όπου ο πρόεδρος της παρέθεσε δεξίωση στο προεδρικό μέγαρο και της παρέδωσε τα κλειδιά σε ένα νέο διαμέρισμα.
0 Comments
Με μικρές δόσεις χιούμορ ενδιάμεσα, αλλά πολύ μεγάλες αλήθειες, η Gemma Correll, η Βρετανή εικονογράφος, μέσα από τα σκίτσα της παρουσιάζει την καθημερινότητα ενός ανθρώπου που αγωνίζεται ενάντια σε ψυχικά προβλήματα και οι περισσότεροι από τους 700 χιλιάδες followers της όχι μόνο την στηρίζουν αλλά και βρίσκουν μέσα στα έργα της τους εαυτούς τους Η ίδια συστήνεται με μεγάλες δόσεις αυτοσαρκασμού, καθώς περιγράφει τον εαυτό της ως ένα άτομο που είναι υπερβολικά κακό στα σπορ, στις δημόσιες ομιλίες και στα μαθηματικά. Κι ενώ δεν είναι κακή στην ζωγραφική, έγινε εικονογράφος εξαιτίας έλλειψης άλλων επιλογών και στην συχνή ερώτηση γιατί τα σκίτσα της μοιάζουν σαν να τα έχει σχεδιάσει πεντάχρονο, απαντάει πως στην πραγματικότητα έχει προσλάβει ένα 5χρονο αγόρι, τον Άλαν να της σχεδιάζει…Κι στο site της, μας αποκαλύπτει μία σοκαριστική αλήθεια, ότι στην πραγματικότητα πουλάει ναρκωτικά και τα σκίτσα της είναι απλώς μία κάλυψη… Γεννημένη στην Βρετανία το 1984 κι απόφοιτη της Σχολής Καλών Τεχνών του Norwich, η Κορέλ χώρεσε στα στριπάκια της, όλα εκείνα που ταλαιπωρούν την ίδια που υποφέρει από κλινική κατάθλιψη και αγχώδεις διαταραχές, ωστόσο, αυτά τα σκίτσα φαίνεται ότι κατάφεραν να «μιλήσουν» σε πολύ κόσμο. Άλλωστε, σύμφωνα με τις πιο μετριοπαθείς επιστημονικές εκτιμήσεις περισσότεροι από 6 εκ. Βρετανοί θα υποφέρουν από κλινική κατάθλιψη και αγχώδεις διαταραχές σε κάποια φάση της ζωής τους. Στο έργο της παρουσιάζει την καθημερινότητα ενός ανθρώπου που αγωνίζεται ενάντια σε ψυχικά προβλήματα, αποδεικνύοντας πως το χιούμορ μπορεί να είναι λυτρωτικό ακόμα και στις πιο σκοτεινές καταστάσεις.
Στόχος της Κορέλ δεν είναι μόνο η αυτοθεραπεία και η ψυχική ανακούφιση πολλών ακόμα συνανθρώπων της μέσα από το χιούμορ, τη δημιουργικότητα, την ειλικρίνεια, αλλά και η απενοχοποίηση τέτοιων καταστάσεων. Γιατί το κοινωνικό στίγμα που συνοδεύει μέχρι τις μέρες μας τις ψυχικές διαταραχές εμποδίζει πολλούς να μοιραστούν το πρόβλημά τους με οικεία πρόσωπα, ακόμα και να απευθυνθούν σε ειδικό. «Πιστεύω ότι αυτές οι καταστάσεις είναι πολύ πιο κοινές από όσο νομίζουμε» σχολίασε η ίδια η εικονογράφος. «Ξέρω ότι θα ένιωθα κάπως καλύτερα όταν ήμουν στην εφηβεία και υπέφερα από άγχος αν δεν κουβαλούσα ολομόναχη τους φόβους μου». Επίσης, η Κορέλ πραγματεύεται και θέματα όπως ο κοινωνικός αποκλεισμός, η διαφορετικότητα, η δυσκολία προσαρμογής στο κοινωνικό περιβάλλον ή η συμφιλίωση με τον εαυτό και το σώμα. Πολλές φορές διακωμωδεί τα στερεότυπα που αφορούν τα φύλα και τους κοινωνικούς ρόλους ή τον τρόπο με τον οποίο προβάλλεται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης η γυναίκα. H “γρήγορη μόδα” ρυπαίνει περισσότερο τις αναπτυσσόμενες χώρες σε σχέση με τον Δυτικό κόσμο. Κι αυτό γιατί κάποια από τα ρούχα της υπερκαταναλωτικής Δύσης που δωρίζονται σε οργανώσεις ή σε καταστήματα με μεταχειρισμένα, εξαιτίας της χαμηλής τους ποιότητας, καταλήγουν να μεταπωλούνται σε αγορές που υποτίθεται πως έχουν φιλανθρωπικό σκοπό. Ωστόσο, τελικά καταλήγουν στα σκουπίδια. Παράδειγμα, στη Γκάνα, μiα από τις χώρες που έχουν έντονα επηρεαστεί από το φαινόμενο της “γρήγορης μόδας“, πάνω από 15 εκατομμύρια ρούχα, πακεταρισμένα σε δέματα, καταλήγουν κάθε εβδομάδα σε μια υπαίθρια κεντρική αγορά της χώρας, το Kantamanto, έναν αχανή λαβύρινθο επτά στρεμμάτων.
Οι έμποροι της περιοχής ανοίγουν τα δέματα, χωρίς να γνωρίζουν από πριν το περιεχόμενο τους. Αγοράζουν κάθε δέμα σε τιμές που κυμαίνονται από 20 μέχρι 500 δολάρια και στη συνέχεια αφού επεξεργαστούν τα ρούχα που περιέχουν (μια διαδικασία που περιλαμβάνει το πλύσιμο, το βάψιμο και το μαντάρισμα) τα εμπορεύονται στον πάγκο τους. Υπάρχουν πάνω από 5000 τέτοιοι πάγκοι στη συγκεκριμένη αγορά. Με πληθυσμό στα 30 εκατομμύρια, η Γκάνα δεν μπορεί να απορροφήσει τα 15 εκατομμύρια ρούχα που καταλήγουν κάθε εβδομάδα στην αγορά Kantamanto. Τα περισσότερα απ’ αυτά πετιούνται σε χωματερές, ενώ όταν φυσούν άνεμοι, οι παραλίες της περιοχής γεμίζουν από σαπισμένες υφασμάτινες μάζες. Τα ρούχα “του Νεκρού Λευκού” όπως χαρακτηρίζονται από τους ντόπιους, προέρχονται κυρίως από τις Η.Π.Α. Οι Αμερικάνοι, αγοράζουν φτηνά ρούχα, τα οποία αφού τα φορέσουν τέσσερις με πέντε φορές, σε αρκετές περιπτώσεις τα πετούν ή τα δωρίζουν σε φιλανθρωπικές οργανώσεις. Η χαμηλή ποιότητα αυτών των ενδυμάτων όμως, δεν δίνει άλλη επιλογή στα καταστήματα και τις οργανώσεις που τα παραλαμβάνουν, από το να τα δώσουν σε μια αόρατη σε πολλούς αγορά, το “Salvage Market”. Σκοπός του “Salvage Market” είναι η μεταπώληση των ρούχων των οργανώσεων σε αναπτυσσόμενες χώρες, ώστε τίποτα “να μην πάει χαμένο”. |
Archives
September 2023
Categories |